Η λεγόμενη ανθρωπιστική παιδεία είναι συναρτημένη με την έννοια των κλασικών «κανόνων», δηλαδή με μια παρακαταθήκη πνευματικών προϊόντων τα οποία, σύμφωνα με ένα ευρύ consensus «σοφών», ενσωματώνουν με παραδειγματικό, θεματικά και αισθητικά, τρόπο τις αξίες μιας συγκεκριμένης πολιτισμικής παράδοσης. Ετσι, για παράδειγμα, ο παραδοσιακός δυτικός «κανόνας» είναι αδιανόητος χωρίς τον Ομηρο, τον Πλάτωνα, τον Βιργίλιο, τον Δάντη, τον Σαίξπηρ, τον Μιχαήλ Αγγελο, τον Μπετόβεν κτλ. Η παιδευτική αξία και χρήση του «κανόνα», αυτονόητη σε ένα μονοπολιτισμικό καθεστώς, γίνεται προβληματική όταν μια κοινωνία εκ των πραγμάτων προωθεί το πολυπολιτισμικό μοντέλο. Οι σχετικές διορθωτικές κινήσεις στην αμερικανική πανσπερμία δημιούργησαν χώρο για φάμπρικες με «Μαύρες Αθηνές» και αφροαμερικανούς «κλασικούς», αλλά η υποκείμενη ευαισθησία και επιβαλλόμενη είναι και ενάρετη και έχει βρει καλή υποδοχή σε άλλες δυτικές κοινωνίες. Πολίτες του κόσμου Η διεύρυνση της πολιτισμικής δεκτικότητας, που αποσταθεροποιεί τον δυτικό «κανόνα», δεν είναι άσχετη με το νέο καθεστώς που δημιουργεί ο γιγαντισμός των μέσων μαζικής επικοινωνίας και τα ηλεκτρονικά διαδίκτυα, τα οποία σήμερα αυξάνουν συστηματικότερα και αμεσότερα τις οικουμενικές γνωριμίες μας. Για πρώτη φορά το «είμαι πολίτης του κόσμου» δεν αποτελεί ευχολογική παρόρμηση αλλά περιγραφή μιας καινούργιας συμμετοχικής ψυχολογίας που υποθάλπεται από το «χάιγουεϊ» της πληροφορικής και την πύκνωση των πάσης φύσεως αλληλεξαρτήσεων. Τα συγκοινωνούντα χρηματιστηριακά δοχεία είναι ένα εύληπτο παράδειγμα· η οικολογική εγρήγορση, που δεν είναι πια απλώς ζήτημα εγχώριας υγιεινής, είναι ένα άλλο. Κάποτε ο κόσμος μάς επισκεπτόταν ως παθητικούς δέκτες· τώρα ανοιγόμαστε προς τον κόσμο ως ενεργοί μέτοχοι. Και παρ' όλο που όλα αυτά μοιάζουν να είναι συνοδά συμπτώματα τής, θεοποιημένης και εξίσου αβασάνιστα δαιμονοποιημένης, παγκοσμιοποίησης της αγοράς, εκτός από τα οικονομικά κεφάλαια εδώ διακυβεύονται και τα «συμβολικά κεφάλαια» της κουλτούρας. Για να μιλήσουμε πρακτικά, οι νέες αυτές συνθήκες επιβάλλουν την αναπροσαρμογή της ανθρωπιστικής μας συνείδησης ώστε αυτή, ξεπερνώντας παλαιά άγχη και ενοχές, να συμπεριλάβει τώρα τις παραδοσιακές «ετερότητες» και να μηδενίσει τους «αποκλεισμούς». Ο πρόσφατος συρμός των απολογιών (είτε αφορά τα ολοκαυτώματα είτε, πιο γραφικά, τις μεσαιωνικές σταυροφορίες είτε, πιο διπλωματικά, τη στήριξη της χούντας μας) αποτελεί ευδιάκριτη ένδειξη αυτής της προοπτικής φοράς των πραγμάτων. Καθώς προχωράμε με ιλιγγιώδη επιτάχυνση από μια «κουλτούρα αρχειοθέτησης» σε μια «κουλτούρα προγραμματισμού» (που βλέπει με ένα είδος μονομανίας προς το μέλλον), τέτοιες φαρδιές πλατιές χειρονομίες φιλοδοξούν να κλείσουν τους παλιούς ανοιχτούς λογαριασμούς και να διαγράψουν τα όρια του νέου ανθρωπισμού. Μόνο οι πνευματικοί αποικιοκράτες και οι παρεμφερείς σκληροπυρηνικοί θα υποστήριζαν σήμερα ότι ο δυτικός κανόνας, ως εξ αντικειμένου και αποτελέσματος «ανώτερος», είναι σύμμετρος με την κλίμακα αυτού του νέου ανθρωπισμού. Από την άλλη μεριά μπορεί κανείς να ρωτήσει (και το ερώτημα περιμένει την πειστική του απάντηση): αυτός ο νεοπαγής ανθρωπισμός, εκτός από αγαθές προαιρέσεις, διαθέτει αυτήν τη στιγμή επαρκές πολιτισμικό βάθος (για να μην πούμε τίποτε για «κανόνα») και, κατά προέκταση, συντεταγμένη παιδευτική φιλοσοφία; Και μπορεί, συνεπώς, να ανασυντάξει τα εκπαιδευτικά curricula; Οι φανατικοί τής πέραν όχθης του Ατλαντικού, και οι ευρωπαίοι ομόλογοί τους, έχουν έτοιμο το «ναι». Αλλά νομίζω ότι πολύ περισσότεροι διατηρούν επιφυλάξεις και, κυρίως, παλεύουν με την αμηχανία που λέγαμε. Γιατί, από ό,τι φαίνεται για την ώρα τουλάχιστον, η ατζέντα των «πολυπολιτισμικών», των «πολιτικώς ορθών» και των άλλων απολογητών του νέου ανθρωπισμού, όταν δεν αναλώνεται σε σημειολογικές εχθροπραξίες τύπου «Μαύρης Αθηνάς» και «εθνομαθηματικών» περιέχει πολύ συναίσθημα, και ενίοτε μελόδραμα, και μικρή δυνατότητα διαλεκτικής αντιπαράθεσης με το πολιτισμικό πρόγραμμα (ή, αν θέλετε, τις πολιτισμικές προκαταλήψεις) του παραδοσιακού δυτικού «κανόνα». Θα το έθετα και με οξύτερο τρόπο: συχνά η συναισθηματική ακράτεια αντιστρατεύεται ευθέως τον ορθό λόγο και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ιδεολογική τρομοκρατία. Το χειρότερο: δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα είδος πολιτισμικής αφασίας. Η «συνωμοσία» της Δύσης Η βρετανική περίπτωση είναι και πάλι ενδεικτική. Πριν από το πόρισμα που προαναφέρθηκε, προγράμματα εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με τίτλους όπως «Εκπαίδευση προς την κατεύθυνση της φυλετικής ισότητας» (Education towards Race Equality) και «Εθνοτικές σχέσεις και σχολική πράξη» (Ethnic Relations and Schooling) σάλπιζαν έφοδο (παραθέτω ακριβώς) «στο ήθος και στην κουλτούρα του λευκού μεσοαστού Αγγλοσάξονα», όπως αυτά αποτυπώνονται στα σχολικά προγράμματα. Το αποτέλεσμα, όπως το άκουσα να περιγράφεται από βρετανούς εκπαιδευτικούς, ήταν ότι σε πολλές περιπτώσεις η μαθητική αίθουσα μετατράπηκε σε εργαστήριο «πολιτικής ορθότητας» ενώ οι επιδόσεις όλων ανεξαιρέτως των μαθητών (Αγγλοσαξόνων, Ινδών, Πακιστανών κ.ά.) έπεσαν κατακόρυφα. Δεν θέλω να αμφισβητήσω ότι οι ρατσιστές πτοήθηκαν· είναι όμως επίσης βέβαιο ότι οτιδήποτε που θα μπορούσε κανείς να ...