Η bossa nova είναι ένα είδος της βραζιλιάνικης μουσικής που αναπτύχθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο και διαδόθηκε παγκοσμίως στη δεκαετία του 1930 και του 1940. Η φράση «μπόσα νόβα» σημαίνει κυριολεκτικά «νέα τάση» στα πορτογαλικά και είναι μια συγχώνευση της σάμπα και της τζαζ. Από τη γέννησή της, έχει παραμείνει ένα σημαντικό μέρος του ρεπερτορίου της τζαζ. Στην πραγματικότητα η μπόσα νόβα ήταν ένας καινούργιος τρόπος να τραγουδάει κανείς την παραδοσιακή σάμπα. Απάλυνε το πάθος και την έντασή της απομακρύνοντας την κυριαρχία των κρουστών από τις ορχήστρες, απέδιδε στην κιθάρα και στο πιάνο τον πρωταγωνιστικό ρόλο και επέλεγε σαν χώρους ακρόασης μικρότερες αίθουσες όπου μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει μέσα σε συνθήκες απόλυτης ηρεμίας. Capoeira Η Capoeira είναι Βραζιλιάνικη πολεμική τέχνη. Αναπτύχθηκε αρχικά από Αφρικανούς σκλάβους στη Βραζιλία, ξεκινώντας από την αποικιοκρατική περίοδο. Συμμετέχοντες από ένα roda (κύκλο) εναλλάσσονται παίζοντας όργανα, τραγουδώντας και χωρίζονται σε ζευγάρια στο κέντρο του κύκλου. Το παιχνίδι χαρακτηρίζεται από συνεχή ακροβατικά, προσποιήσεις, προφάσεις και εκτεταμένη χρήση του εδάφους, καθώς και σαρωτικών κινήσεων, κλωτσιών και κεφαλιών. Η τεχνική και η στρατηγική είναι τα στοιχεία-κλειδιά για ένα καλό παιχνίδι. Η capoeira έχει δύο κύρια είδη, γνωστά ως «τοπικό» και «Ανγκόλα». Διάσημοι καλλιτέχνες Michel Teló Γεννήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 1981 στην Βραζιλία. Πριν ξεκινήσει την επιτυχημένη σόλο καριέρα του, συμμετείχε σε αρκετές μπάντες, από τις οποίες η σημαντικότερη ήταν η Grupo Tradicao. Η μεγαλύτερη επιτυχία του, που ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο είναι το “Ai se eu te pego”. Έχει κυκλοφορήσει ένα στούντιο άλμπουμ και τρία live άλμπουμς. Γκουστάβο Λίμα Γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1989. Από γονείς μουσικούς από την Γκοιάνα (κρατίδιο στην ζούγκλα του Αμαζονίου), ξεκίνησε την μουσική στα πέντε του χρόνια και από τα εννιά τραγουδάει επαγγελματικά. Προσπαθεί να κρατήσει την παραδοσιακή μουσική της περιοχής του, αλλά παράλληλα βάζει και νεανικά, δυτικά, ποπ στοιχεία στα κομμάτια του. Τραγουδάει, γράφει στίχους και συνθέτει. Η μεγαλύτερη επιτυχία του είναι το “Balada Boa”. Το 2009 κυκλοφόρησε τον πρώτο του δίσκο, με τίτλο «Revelacao», ενώ το 2010 ακολούθησε το «Inventor dos Amores» που πούλησε πάνω από 15.000 αντίτυπα και γνώρισε μεγάλη επιτυχία στα charts της Βραζιλίας. Chico Buarque O πολυτάλαντος Francisco “Chico” Buarque de Hollanda, όπως είναι ολόκληρο το όνομα του, γεννήθηκε στις 19 Ιουνίου 1944 στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Είναι τραγουδιστής, κιθαρίστας, συνθέτης , στιχουργός , συγγραφέας και ποιητής. Τα τραγούδια του περιέχουν πολιτικοποιημένους στίχους, που σχολιάζουν την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική κατάσταση που επικρατεί στην χώρα του. Από το 1966 κι έπειτα, έχει κυκλοφορήσει ...
Πηγή tralala.gr >>>
Ποιό Είναι Το Στοίχημα Της Βιωματικής Γραφής
Το στοίχημα της βιωματικής γραφής είναι ένα δύσκολο εγχείρημα όταν είσαι αποφασισμένος να μην ενδώσεις στο δέλεαρ μιας ναρκισσιστικής αγιογραφίας. Ο πόνος εξευγενίζει, εξανθρωπίζει, ανυψώνει, όμως όλα αυτά τα ηθικοπλαστικά ιδεώδη δεν είναι στις προθέσεις του συγγραφέα. Είναι σκληρός με τη σκληρή πραγματικότητα ενός αβοήθητου, σε κατάσταση στέρησης οργανισμού, ενός οργανισμού έκθετου σε έναν τρόμο. Τον τρόμο της ανάδυσης του «ψυχωτικού πυρήνα του εαυτού μας», ενός πυρήνα που καιροφυλακτεί, έτοιμος να κάνει αισθητή την παρουσία του και να εκραγεί σε ακραίες, απειλητικές για την ύπαρξη συνθήκες. Μια τέτοια ακραία συνθήκη έζησε ο συγγραφέας. Σε κατάσταση στέρησης και φαρμακευτικής καταστολής, διασωληνωμένος και καθηλωμένος στον στρεσογόνο θάλαμο της Εντατικής, παύεις να είσαι εσύ. Κάποιος ή κάτι άλλο έρχεται στη θέση σου. Θρυμματίζονται όλες οι πρότερες βεβαιότητες και μια άλλη αίσθηση της πραγματικότητας παίρνει το πάνω χέρι. Με αφοπλιστική αμεσότητα, με το αφιλόκερδο βλέμμα μιας αθωωτικής εγρήγορσης, ο Τζαβάρας σε αυτό το ταξίδι μεταμορφώνει τον αναγνώστη σε συνταξιδιώτη. «Πηγαίνω στην Κόλαση αλλά περίμενέ με, θα γυρίσω πίσω να αφηγηθώ το ταξίδι». Έτσι είναι σαν να λέει στον αναγνώστη κλείνοντάς του το μάτι. Με αυτή την έννοια τολμώ να πω ότι ήταν κάπου μοιραίο να καταφέρει να γυρίσει πίσω ο συγγραφέας. Από την πρώτη κιόλας στιγμή είχε μαζί με την Ελένη αποφασίσει τα της αφηγηματικής αποτύπωσης της περιπέτειάς του. Και τέτοιες γενναίες αποφάσεις δεν μπορεί παρά να σε αποζημιώνουν. Η φύση (ο Θεός, το πεπρωμένο ή η τύχη αν προτιμάτε) μοιάζει να είναι συνήθως γενναιόδωρη απέναντι σε τέτοιες επιλογές. Σε κάθε σελίδα συναντιέσαι με την αγωνία και το άρρητο αίτημα ενός πάσχοντος σώματος, ενός αβοήθητου οργανισμού να μη χάσει την ηθική υπόστασή του, να μην αφυδατωθεί η υποκειμενικότητά του, να μη μετατραπεί σε άβουλο αντικείμενο. «Είμαι κι εγώ Θεός, είμαι ήρωας, είμαι φιλόσοφος, είμαι δαίμονας και είμαι κόσμος, κάτι που συνιστά τον πιο περιφραστικό τρόπο για να πω ότι δεν υπάρχω». Αυτή την ιδιότυπη συνθήκη αθανασίας που περιγράφει ο Μπόρχες μοιάζει να έζησε και να αποτυπώνει στο έργο του ο Θ. Τζαβάρας. Διασωληνωμένος, κοιμώμενος, τελών εντούτοις σε μια ιδιάζουσα αφύπνιση, ο συγγραφέας αφήνεται ολόκληρος στο επινοείν, στο ανακαλύπτειν, που δεν είναι άλλο από το ενθυμείσθαι... Όμως η δύναμη του βιβλίου αυτού δεν εξαντλείται στην αυτοαναφορικότητά του. Είναι ταυτόχρονα και ένα συγκλονιστικό δοκίμιο για τη νόσο, τον θάνατο, τις σχέσεις αρρώστου-νοσηλευτή, την ψυχοσωματική προβληματική. Τη σημασία της παρουσίας των δικών σου ανθρώπων. Η αγωνία της γραφής, το μέλημα των λέξεων που κάνουν τα απόντα πράγματα ωσεί παρόντα, είναι εμφανής από την πρώτη μέχρι την τελευταία γραμμή. Η αρετή της ποιητικότητας, που δεν είναι προνόμιο της λογοτεχνικής γραφής, διατρέχει το κείμενο και μας θυμίζει μαζί με τον Τόμας Μαν ότι η αρρώστια είναι το μαγικό βουνό του ανθρώπου. Ένα βιβλίο δώρο στον κάθε άρρωστο. Δηλαδή στον καθένα μας. του Γιάννη Σταυρακάκη, efsyn.gr (26.01.2016) 'Θανάσης Τζαβάρας, 1939-25.01.2016' Εκτός από λύπη και θλίψη για την απώλεια ενός ξεχωριστού φίλου, ενός άξιου κλινικού και δασκάλου της ψυχανάλυσης, η είδηση για τον θάνατο του ψυχίατρου και ψυχαναλυτή Θανάση Τζαβάρα προκάλεσε πάνω απ’ όλα έκπληξη. Οχι μόνο γιατί ο Θανάσης ήταν ακόμα ακμαίος πνευματικά. Αλλά και γιατί είχε κατορθώσει, με τον σπάνιο και τολμηρό αναστοχασμό του πάνω στο ζήτημα του θανάτου –και μάλιστα όχι μόνο του θανάτου εν γένει, αλλά και του ίδιου του δικού του θανάτου–, να δημιουργήσει την εντύπωση ότι είχε γεφυρώσει το κατώφλι ανάμεσα στη ζωή και το επέκεινα. Και ότι, ως εκ τούτου, θα μπορούσε για πάντα να θρονιαστεί ανάμεσά τους, τρώγοντας και πίνοντας, κουβεντιάζοντας με φίλους και αφηγούμενος, όπως πάντα, τις πιο γοητευτικές ιστορίες. Γιατί ο Τζαβάρας, χωρίς αστεία, ενσάρκωσε με τον πιο σαφή και αμετακίνητο τρόπο το φροϋδικό παράδειγμα. Ως γνωστόν, ο Freud παραλαμβάνει το παλιό λατινικό γνωμικό «Si vis pacem, para bellum» («Αν θέλεις την ειρήνη, προετοιμάσου για τον πόλεμο») και το μετουσιώνει σε μια προσωπική ηθική προστακτική: «Si vis vitam, para mortem» («Αν θέλεις τη ζωή, προετοιμάσου για τον θάνατο). Πιστός στη θεωρητική επεξεργασία του, ο Freud θα αφήσει την τελευταία του πνοή στο Λονδίνο, το 1939, έχοντας συμφωνήσει με τον γιατρό του, Max Schur, την πραγματοποίηση ενεργού ευθανασίας. Ο Θανάσης Τζαβάρας, πιστός και ο ίδιος στο παραπάνω φροϋδικό ήθος, δεν θα αναδείξει απλώς στα κείμενά του τη στάση του Freud (από τους λίγους ψυχαναλυτές που το έχουν κάνει), ούτε και θα αρκεστεί να αντιμετωπίσει με τους ασθενείς του το φάσμα του θανάτου και τις προκλήσεις της ζωής – εκείνης που φεύγει και εκείνης που έρχεται στον κόσμο και καλείται να πορευτεί εντός του. Οταν θα βιώσει και ο ίδιος μια σοβαρή περιπέτεια υγείας, που θα τον φέρει στο χείλος του θανάτου, θα βρει το κουράγιο και το θάρρος να εξιστορήσει την ψυχο-σωματική αλλά και ψυχο-κοινωνική πορεία από τη μεταφορά στο νοσοκομείο και την τρίμηνη παραμονή στη μονάδα εντατικής θεραπείας του Ευαγγελισμού πίσω στον κόσμο, αλλά με μια σοφία παραπάνω, ικανή να εμφυσήσει στους γύρω του την ωριμότητα της φροϋδικής στάσης, την οριακή υπέρβαση του φόβου και την αναστοχαστική αποδοχή της έλλειψης στην πιο ριζική της εκδοχή. Ολα αυτά θα αποτυπωθούν και σε ένα βιβλίο του (Ταξίδι από τα Κύθηρα), ...
Πηγή Boro.gr >>>