Ποιές Είναι Οι Αρχές Της Στρατηγικής
Οι αρχές της στρατηγικής είναι να ξέρεις το πεδίο της μάχης, να ξέρεις τις δυνάμεις του αντιπάλου σου και να κάνεις κάτι που ο αντίπαλος σου δεν περιμένει. Να φαίνεσαι αδύναμος όταν είσαι δυνατός και δυνατός όταν είσαι αδύναμος. Η επιβίωση εξαρτάται από τις δικές μας ενέργειες, ενώ η ευκαιρία για θρίαμβο εξαρτάται από τις ενέργειες των άλλων. Τέλος, αν κρίνουμε από τις έως τώρα συμπεριφορές της Τουρκίας στη Συρία (σ.σ. αναφερόμαστε στην επιχείρηση «Fırat Kalkanı/Ασπίδα του Ευφράτη», η οποία θα ήταν σκόπιμο να τύχει ιδιαίτερης ανάλυσης από τις στρατιωτικές σχολές, αφού σε σύντομο χρονικό διάστημα, με ελάχιστες δυνάμεις, με ελάχιστες απώλειες και την κατάλληλη εκπαίδευση - χρησιμοποίηση αντικαθεστωτικών - μισθοφορικών δυνάμεων επετεύχθη η δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας 1.350 τετραγωνικών χιλιομέτρων εντός του συριακού εδάφους αποκτώντας τον πλήρη έλεγχο 170 κατοικημένων τόπων κατά μήκος των τουρκο-συριακών συνόρων), δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο οι Τούρκοι να εφαρμόσουν την τακτική της επιβολής τετελεσμένων, η οποία δυστυχώς δεν μας είναι άγνωστη, εκμεταλλευόμενοι ένα τυχαίο ή προσχεδιασμένο «θερμό επεισόδιο». Πώς βλέπει η Τουρκία και ο Erdoğan το Κυπριακό και θα συναινούσε ποτέ σε λύση που δεν θα εξασφάλιζε 100% τα «στρατηγικά συμφέροντα» της Τουρκίας στη Μεγαλόνησο; Τα γεωπολιτικά πεδία δράσης της Άγκυρας εστιάζονται σε τρεις χώρους: στον εγγύς ηπειρωτικό χώρο, στον εγγύς χερσαίο χώρο και στον εγγύς θαλάσσιο χώρο. Σε ό,τι έχει να κάνει με τον εγγύς θαλάσσιο χώρο, η Τουρκία επαναξιολόγησε τις στρατηγικές της επιδιώξεις, θέτοντας ως βασική προϋπόθεση ότι οι θαλάσσιες λεκάνες και οι θαλάσσιοι διάδρομοι που την περιβάλλουν συνδέονται μεταξύ τους λόγω του ανταγωνισμού που υπάρχει μεταξύ των διαφόρων συνασπισμών. Στη φωτ. ο κ. Χρήστος Μηνάγιας. Αναλυτικότερα, τα Στενά αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά γεωπολιτικά πλεονεκτήματα της Τουρκίας και τα προβάλλει μέσω μιας σταθερής στρατηγικής και μιας καλά προετοιμασμένης διπλωματίας, με σκοπό να προσδώσει σε αυτά τη μέγιστη και μακροπρόθεσμη στρατηγική σημασία τους. Από την άλλη πλευρά, το Αιγαίο και η Κύπρος αποτελούν δύο πολύ σημαντικούς παράγοντες που επηρεάζουν διαχρονικά τον εγγύς θαλάσσιο χώρο της Τουρκίας. Επισημαίνεται ότι η Τουρκία αισθάνεται απομονωμένη από το Αιγαίο και περικυκλωμένη στον νότο από την Κυπριακή Δημοκρατία, δεδομένου ότι οι πύλες εξόδου της προς τον κόσμο είναι σημαντικά περιορισμένες. Σύμφωνα με την τουρκική εξωτερική πολιτική, το παραπάνω θαλάσσιο πέρασμα έχει μια καθοριστική θέση σε όλες τις γεωπολιτικές, γεωστρατηγικές, γεωοικονομικές και γεωπολιτιστικές αλληλεπιδράσεις της Βαλκανικής Χερσονήσου, της Χερσονήσου της Ανατολίας και της Μέσης Ανατολής, ενώ η ύπαρξη των νησιών, νησίδων και βραχονησίδων της προσδίδει μια πολυσύνθετη δομή. Κατόπιν τούτου, η Τουρκία δεν τα θεωρεί ως δευτερεύοντα προβλήματα που εντάσσονται μόνο στην επικράτεια του Αιγαίου. Αντιθέτως, τα έχει εντάξει στα γενικά πλαίσια της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, που εκτείνεται από την Αδριατική Θάλασσα στον κόλπο της Αλεξανδρέττας (İskenderun) και στη διώρυγα του Σουέζ. Συγχρόνως, οι Τούρκοι έχουν σχεδιάσει και υλοποιούν μια ενεργητική πολιτική για κάθε σημείο εξόδου τους στο Αιγαίο και δεν θα πρέπει να αναμένεται καμία υπαναχώρηση από τουρκικής πλευράς. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι θέλουν να αποφύγουν τυχόν λανθασμένες ενέργειες που θα επηρεάσουν τις μακροπρόθεσμες πολιτικές τους για τις ευαίσθητες αυτές περιοχές. Αναφορικά με την Κύπρο, αυτή έχει ιδιαίτερη αξία για την Τουρκία ως ένα σημείο κλειδί μιας γενικής θαλάσσιας στρατηγικής, σχετιζόμενης με τον εγγύς θαλάσσιο χώρο, ο οποίος οριοθετείται από τη γραμμή Κασπία - Μαύρη Θάλασσα - Στενά - Αιγαίο - Ανατολική Μεσόγειος - Σουέζ - Περσικός Κόλπος. Άλλωστε, η ακόλουθη άποψη του Ahmet Davutoğlu είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική: «Δεν είναι δυνατόν μια χώρα που εγκαταλείπει την Κύπρο να έχει ενεργό παρουσία στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Δεν είναι δυνατόν να συμμετέχει στις παγκόσμιες πολιτικές, διότι αυτό το μικρό νησί βρίσκεται σε μια θέση που θα επηρεάσει άμεσα τις στρατηγικές διασυνδέσεις μεταξύ Ασίας - Αφρικής, Ευρώπης - Αφρικής και Ευρώπης - Ασίας. Η κεντρική θέση της Κύπρου θα αποτελέσει στο μέλλον μια από τις βασικές παραμέτρους του παγκόσμιου ανταγωνισμού, διότι τα πετρέλαια της Μοσούλης και της Σαουδικής Αραβίας θα μεταφερθούν μέσω ενεργειακών γραμμών στην Ανατολική Μεσόγειο.». Στο ίδιο πλαίσιο, η τουρκική πολιτική για την Κύπρο βασίζεται στα πλαίσια μιας στρατηγικής που είναι σύμφωνη με τα νέα στρατηγικά της δεδομένα. Η εν λόγω στρατηγική κατά βάση στηρίζεται σε δύο κύριους άξονες: ο πρώτος άξονας αφορά στον ανθρώπινο παράγοντα και στην εξασφάλιση της ασφάλειας των Τουρκοκυπρίων, ως αποτέλεσμα των ιστορικών ευθυνών της Τουρκίας. Και ο δεύτερος άξονας αφορά στη στρατηγική σημασία της νήσου λόγω της γεωγραφικής της θέσης. Ο Davutoğlu αποδέχεται ότι ο άξονας αυτός από μόνος του έχει ζωτική σημασία άσχετα από τα ανθρώπινα στοιχεία της νήσου και τονίζει ότι ακόμη και αν δεν υπήρχε εκεί, έστω, και ένας Τούρκος μουσουλμάνος, η Τουρκία ήταν υποχρεωμένη να θέσει ένα κυπριακό ζήτημα. Υποστηρίζει μάλιστα με έμφαση ότι καμία χώρα δεν μπορεί να παραβλέψει ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά της ζωτικής της περιοχής και ότι η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να ενδιαφέρεται στρατηγικά για την Κύπρο εξαιρουμένου του ανθρώπινου στοιχείου. Κατόπιν των παραπάνω, διαπιστώνεται ότι η Τουρκία εφαρμόζει μια εξειδικευμένη διπλωματική επιθετική θαλάσσια στρατηγική και όχι μια αμυντική κυπριακή πολιτική, προσανατολισμένη στη διαφύλαξη του status quo μετά την εισβολή του 1974. Άλλωστε, αν κρίνουμε από τις έως τώρα συμπεριφορές της Τουρκίας, καθίσταται σαφές ότι για το Θέατρο Επιχειρήσεων του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου - Κύπρος, αφενός υπάρχει πλήρης και διαχρονική ταύτιση απόψεων σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, αφετέρου η μια συμπληρώνει την άλλη. Με την ίδια διαδικασία σκέψης, τα τελευταία χρόνια η Τουρκία, στα πλαίσια μιας στρατηγικής ελεγχόμενης έντασης και σταδιακής δημιουργίας τετελεσμένων, κλιμακώνει βαθμιαία την παραβατική συμπεριφορά της, εφαρμόζοντας παράλληλα μια πιο ύπουλη τακτική, αφενός χρησιμοποιώντας πλοία επιστημονικών ερευνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, αφετέρου δημοσιοποιώντας χάρτες όπου απεικονίζονται οι θαλάσσιες περιοχές που τα πλοία αυτά θα πραγματοποιήσουν σχετικές έρευνες. Όλα αυτά οφείλονται στην επιδίωξη της Άγκυρας ώστε: α. να αλλάξει το εδαφικό status quo που προβλέπεται από τις διεθνείς συνθήκες, με κεντρικό άξονα το νομικό καθεστώς στο θαλάσσιο και εναέριο χώρο και β. η ελληνική πλευρά να παραιτηθεί από τα κυριαρχικά δικαιώματα της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, αναφορικά με την υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Χρονολογικά, η έναρξη της ελληνοτουρκικής διαφοράς σχετικά με την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών αρχίζει στις 01/11/1973 (13 ημέρες πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου) και στη συνέχεια στις 18/07/1974 (δύο ημέρες πριν την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο) όταν η τουρκική κυβέρνηση εξουσιοδότησε την ΤΡΑΟ (Τουρκική Ανώνυμη Εταιρεία Πετρελαίου) να πραγματοποιήσει έρευνες πετρελαίου στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Ειδικότερα, οι χάρτες που ακολουθούν είχαν επισυναφθεί στα Φύλλα 14699/01-11-1973 (ένας χάρτης) και 14949/18-07-1974 (δύο χάρτες) της Τουρκικής Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και απεικονίζουν τις εν λόγω περιοχές ερευνών, οι οποίες ευρίσκονται εκτός των τουρκικών χωρικών υδάτων και, σύμφωνα με τους Τούρκους, εντός της «τουρκικής υφαλοκρηπίδας» στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Σημειωτέον ότι ο πρώτος χάρτης του 1973 (βλ. Χάρτη 1) όχι μόνο περιελάμβανε 27 περιοχές ερευνών στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Σαμοθράκης, της Λήμνου, του Αγ. Ευστρατίου, της Σκύρου, των Ψαρών, της Χίου, της Λέσβου, της Τενέδου και της Ίμβρου, αλλά παρουσίαζε ως κοινά σύνορα της Τουρκίας με την Ελλάδα μια γραμμή η οποία διερχόταν από το χερσαίο έδαφος της Σαμοθράκης και της Λήμνου. Αναφορικά με το δεύτερο και τρίτο χάρτη του 1974 (βλ. Χάρτες 2 και 3), αυτοί περιελάμβαναν επιπρόσθετα τμήματα βορείως, δυτικότερα και ανατολικότερα των προαναφερθέντων περιοχών ερευνών, καθώς επίσης δύο ευρείες περιοχές νοτιότερα. Μάλιστα, η πρώτη ευρίσκεται μεταξύ των νησιών Τήνος, Μύκονος, Δονούσα, Λεβίθα, Αστυπάλαια, Σύρνα, Χάλκη, Τήλος, Νίσυρος, Κως, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος και Ικαρία, ενώ η δεύτερη ευρίσκεται νοτιοανατολικά της Ρόδου και νοτιοδυτικά του Καστελλόριζου. Συνακόλουθα δε, η τουρκική προκλητικότητα δεν περιορίζεται μόνο στο Αιγαίο, αλλά κλιμακώνεται σταδιακά και βάσει ενός στρατηγικού σχεδιασμού, κοινά αποδεκτού από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας, στην Ανατολική Μεσόγειο. Συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στις περιοχές ερευνών και εκμετάλλευσης εκτός των τουρκικών χωρικών υδάτων, όπου η ΤΡΑΟ (Τουρκική Ανώνυμη Εταιρεία Πετρελαίου) εξουσιοδοτήθηκε να διεξάγει έρευνες πετρελαίου βάσει υπουργικών αποφάσεων που δημοσιεύθηκαν στην Τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το 2007, το 2011 και το 2012. Οι περιοχές αυτές φαίνονται στον Χάρτη 4 του τουρκικού Υπουργείου Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, αποτυπώνοντας παράλληλα και ένα μέρος των θέσεων της Άγκυρας για την ενδεχόμενη οριοθέτηση της «τουρκικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης» στην περιοχή αυτή. Μάλιστα, ο χάρτης του Υπουργείου Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Τουρκίας αποκτά ιδιαίτερη σημασία μετά το έγγραφο που κατέθεσε η Άγκυρα στον ΟΗΕ στις 02/05/2016, δηλώνοντας ότι η Τουρκία έχει δικαιώματα σε όλη τη θαλάσσια περιοχή δυτικά του μεσημβρινού 32ο 16΄ 18΄΄ Α. Επισημαίνεται ότι του τουρκικού εγγράφου στον ΟΗΕ είχε προηγηθεί η δημοσιοποίηση της Στρατηγικής των Ναυτικών Δυνάμεων της Τουρκίας, όπου στη σελίδα 14 παρατίθετο ο Χάρτης 5, ο οποίος αφορά στις ίδιες περιοχές ερευνών. Συνεπώς, η Άγκυρα, με το έγγραφο της στον ΟΗΕ, επισήμανε επίσημα για ακόμη μια φορά το ανατολικό όριο, ενώ με τον χάρτη των τουρκικών ναυτικών δυνάμεων επισήμανε το δυτικό όριο των διεκδικήσεων της στην περιοχή, το οποίο μελλοντικά θα προωθηθεί ακόμη δυτικότερα νοτίως της Κρήτης. Εν τω μεταξύ, αυτό που εγείρει τους πιο έντονους προβληματισμούς στην ελληνική πλευρά είναι ότι η Τουρκία αποσκοπεί στην αποτροπή της Ελλάδος και της Κύπρου να δημιουργήσουν τετελεσμένα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, αφενός στρατιωτικοποιώντας τα θέματα που έχουν σχέση με τους ενεργειακούς πόρους, με τη δημιουργία γκρίζων ζωνών, αφετέρου δημιουργώντας μέσω της προπαγάνδας το αίσθημα της ανασφάλειας σε ξένους επενδυτές και εταιρείες που δεν συντάσσονται με τις θέσεις της. Εν προκειμένω αναφερόμαστε στη δέσμευση περιοχών του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου (άλλοτε παράνομα και άλλοτε όχι) για διεξαγωγή ασκήσεων και εκτέλεση πυρών, οι οποίες, μετά το 2007, από την περιοχή του Αιγαίου επεκτάθηκαν σταδιακά στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου (βλ. Χάρτη 6). Φυσικά, η αξιοσημείωτη αυτή αλλαγή έχει τρεις στόχους: πρώτον, να περιθωριοποιήσει το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδος - Κύπρου και να καταδείξει ότι αυτό είναι ανενεργό και ανεφάρμοστο. Δεύτερον, να αμφισβητήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της ελληνικής πλευράς στην Ανατολική Μεσόγειο. Και τρίτον, να επισημάνει ότι οι χάρτες που επισυνάπτονται στην Τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 01/11/1973 και στις 18/07/1974 βρίσκονται σε ισχύ και αποτελούν τη βάση των τουρκικών διεκδικήσεων στην περιοχή του Αιγαίου. Τέλος, αυτό που προκύπτει από μια συνεξέταση όλης της κατάστασης που σας περιέγραψα είναι ότι μια νέα διαδικασία επίλυσης του κυπριακού προβλήματος την παρούσα χρονική περίοδο, όπου η Τουρκία πιέζεται ασφυκτικά από τις διαστάσεις που έχει λάβει το κουρδικό πρόβλημα (Κούρδοι Τουρκίας, Συρίας και Ιράκ), εγκυμονεί κινδύνους να πιεσθεί η Ελλάδα και η Κύπρος να τηρήσουν «ελαστική στάση» σε ό,τι έχει να κάνει με τις τουρκικές αξιώσεις και διεκδικήσεις. Άλλωστε, η τουρκική εμμονή και επιμονή θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη διότι μια, ταυτοχρόνως, δυσμενής για την Τουρκία επίλυση του κουρδικού και κυπριακού προβλήματος πιθανόν να στοιχίσει τον πολιτικό και ίσως το φυσικό βίο του Tayyip Erdoğan....
Πηγή liberal.gr >>>