Τα λευκά κρασιά της Σαντορίνης είναι τα πιο δημοφιλή σε αυτή την κατηγορία, μαζί με κάποια Riesling, ιδίως του αλσατικού αμπελώνα. Συνήθως εκμεταλλευόμαστε την οξύτητα του κρασιού βάζοντας δίπλα του ψάρια, αλλά και λιπαρά μαγειρευτά με βάση το ψάρι. Πρόκειται για μια αυστηρά φαγητοκεντρική κατηγορία που θα μας δυσκολέψει αφάνταστα υπό μορφή απεριτίφ απουσία φαγητού. Φρουτώδη και σχετικά ελαφριά ερυθρά κρασιά Μια κατηγορία κρασιών όπου συνήθως συναντάμε Αγιωργίτικα της Νεμέας, Cabernet Franc από την Κοιλάδα του Λίγηρα, κάποια Merlot του Νέου Κόσμου και Mencia από τη Βορειοδυτική Ισπανία. Είναι κρασιά που ευνοούνται υπερβολικά από τις κλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας, αφού ένα στιβαρό τανικό κόκκινο κρασί θα έκανε τη ζωή μας δύσκολη ένα καλοκαιρινό βράδυ με 25°C-30°C θερμοκρασία. Στο τραπέζι του φαγητού είναι ευέλικτα, καλύπτοντας ακόμη και αιρετικούς συνδυασμούς, όπως το ψάρι με σάλτσα ντομάτας. Μπορούμε να τα απολαύσουμε και ελαφρώς παγωμένα. Πληθωρικά και τανικά ερυθρά κρασιά Εδώ ανήκουν τα κρασιά από την περιοχή του Μπορντό με βάση το Cabernet Sauvignon, κάποια Syrah από την περιοχή του Ροδανού, επιλεκτικά κάποια κρασιά της Νεμέας και τα Brunello di Montalcino. Το Ξινόμαυρο της Νάουσας, αν και υπερβολικά τανικό, δεν έχει ποτέ τη δομή ενός πληθωρικού κρασιού, οπότε δεν μπορούμε να το συμπεριλάβουμε στην κατηγορία. Την ώρα του φαγητού, επιλέγουμε κατά περίπτωση και πάντα με γνώμονα τον αρωματικό χαρακτήρα του κρασιού. Ενα Brunello di Montalcino, που έχει κατά βάση γήινα αρώματα, σβήνει ιδανικά τον τανικό χαρακτήρα του με κρεατικά σχάρας, ενώ ένα Syrah με ασφαλώς πιο φρουτώδη αρώματα ταιριάζει καλύτερα με μαγειρευτά φαγητά και εξίσου πλούσιες σάλτσες.