Η συμπτωματολογία της ενδομητρίωσης είναι επίσης πολύπλευρη. Συνήθως εκδηλώνεται με επώδυνη εμμηνορρυσία, ή χρόνιο κοιλιακό άλγος που εντείνεται με τη σεξουαλική επαφή ενώ συχνά συσχετίζεται με υπογονιμότητα. Είναι πλέον κατανοητός ο μηχανισμός με τον οποίο η ενδομητρίωση προκαλεί έντονο κοιλιακό άλγος κατά τη διάρκεια και εκτός εμμήνου ρύσεως. Οι ενδομητριωσικές βλάβες που βρίσκονται διάσπαρτες στην κοιλιακή κοιλότητα, δέχονται τις επιδράσεις των γυναικείων ορμονών με αποτέλεσμα να επεκτείνονται, να διαβρώνουν τους φυσιολογικούς ιστούς, να αιμορραγούν και να δημιουργούν στερεές συμφύσεις μεταξύ των οργάνων. Η συντηρητική φαρμακευτική θεραπεία αποτελεί μία επιλογή με αποτελέσματα που δεν διαρκούν πέραν του χρονικού διαστήματος χορήγησης της αγωγής. Οι μέχρι σήμερα φαρμακευτικές θεραπείες στόχευαν στην διακοπή της εμμήνου ρύσεως και στην πρόκληση φαρμακευτικής τεχνητής και αναστρέψιμης εμμηνόπαυσης, με σκοπό την μείωση των ορμονών που βοηθούν στην εξάπλωση της νόσου. Παρ’όλα αυτά, με την επαναφορά των ορμονών στα φυσιολογικά επίπεδα, τα συμπτώματα στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, συνήθως υποτροπιάζουν. Η ενδοσκοπική χειρουργική και η λαπαροσκοπική εκτομή όλων των ορατών βλαβών από την πύελο, αποτελεί την πλέον αποτελεσματική θεραπεία. Δεν είναι όμως λίγες οι περιπτώσεις γυναικών που υποβάλλονται σε επανειλημμένες χειρουργικές επεμβάσεις και σπανιότερα, σε υστερεκτομή σε σχετικά νεαρή ηλικία, για να απαλλαχθούν από τα συμπτώματα της νόσου....