Η λέξη πατρίδα είναι μια από τις πρώτες λέξεις που τα παιδιά ψέλλιζαν στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Ήταν το πνεύμα των συζητήσεων και η κραυγή του πολέμου. Εμπλούτιζε την ποίηση, διήγειρε τους ρήτορες, κυριαρχούσε στη γερουσία, αντηχούσε στο θέατρο και στις λαϊκές συνελεύσεις. Ήταν χαραγμένη στα μνημεία. Ο Κικέρων έβρισκε αυτή τη λέξη τόσο προσφιλή, που την προτιμούσε από κάθε άλλη, όταν μιλούσε για τα συμφέροντα της Ρώμης. Υπήρχαν επίσης, στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους, συνήθειες που τάφοι, επιτάφιοι λόγοι, ήταν όλα πηγές του πατριωτισμού. Υπήρχαν επίσης πραγματικά λαϊκά θεάματα, όπου όλες οι τάξεις διασκέδαζαν από κοινού. Βήματα όπου η πατρίδα, μέσω των λόγων των ρητόρων, διαβουλευόταν με τα παιδιά της, πάνω στα μέσα που θα τα καθιστούσαν ευτυχισμένα και ελεύθερα. Αλλά ας περάσουμε στην απαρίθμηση των στοιχείων που θα αποδείξουν όλα όσα έχουμε ήδη αναφέρει. Όταν οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα, άκουγε κανείς από τη μια πλευρά τη φωνή ενός αυτοκρατορικού άρχοντα που ωθούσε σκλάβους στη μάχη και από την άλλη τη λέξη πατρίδα που κινητοποιούσε ελεύθερους ανθρώπους. Οι Έλληνες δεν είχαν τίποτα πιο πολύτιμο από την αγάπη για την πατρίδα. Το να εργάζονται γι αυτήν ήταν η ευτυχία και η δόξα τους. Ο Λυκούργος, ο Σόλων, ο Μιλτιάδης, ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης προτιμούσαν την πατρίδα τους από κάθε τι άλλο στον κόσμο. Ο ένας, σε ένα πολεμικό συμβούλιο που οργανώθηκε από τη δημοκρατία, βλέπει το μπαστούνι του Ευρυβιάδη να σηκώνεται κατά πάνω του. Δεν απαντά παρά με τις παρακάτω τρεις λέξεις: χτύπα, αλλά άκουσε. Ο Αριστείδης, αφού για μακρό διάστημα διαχειριζόταν τις δυνάμεις και τα οικονομικά της Αθήνας, δεν άφησε ούτε καν αυτά που χρειαζόταν για να ταφεί. Οι γυναίκες στη Σπάρτη ήθελαν να αρέσουν όπως θέλουν και οι δικές μας. Αλλά θεωρούσαν ότι θα έφταναν πιο σίγουρα στο στόχο αυτό, αν συνδύαζαν το ζήλο για την πατρίδα με τις χάρες. Πήγαινε, γιε μου, έλεγε η μια, εξοπλίσου για να υπερασπιστείς την πατρίδα και γύρισε ή με την ασπίδα σου ή πάνω στην ασπίδα σου, δηλαδή, νικητής ή νεκρός. Παρηγορήσου, έλεγε η άλλη σε έναν από τους γιούς της, παρηγορήσου για το πόδι που έχασες, γιατί δε θα κάνεις ούτε βήμα χωρίς να σου θυμίζει ότι υπερασπίστηκες την πατρίδα. Μετά τη μάχη στα Λεύκτρα, όλες οι μητέρες αυτών που είχαν χαθεί μαχόμενοι χαίρονταν, σε αντίθεση με τις άλλες, που έκλαιγαν πάνω στους γιους τους, που επέστρεφαν ηττημένοι. Περηφανεύονταν ότι έφερναν άντρες στον κόσμο, γιατί, από την κούνια ακόμα, τους παρουσίαζαν την πατρίδα σαν πρώτη τους μητέρα. Η Ρώμη, που είχε δεχτεί από τους Έλληνες την ιδέα ότι έπρεπε να διαμορφώσει πατρίδα, τη χάραξε πολύ βαθιά στην καρδιά των πολιτών της. Υπήρχε ακόμα αυτή η ιδιαιτερότητα στους Ρωμαίους, ότι συνέδεαν ορισμένα θρησκευτικά συναισθήματα με την αγάπη που είχαν για την πατρίδα τους. Αυτή η πόλη που είχε θεμελιωθεί με τους καλύτερους οιωνούς, αυτός ο Ρωμύλος που ήταν ταυτόχρονα ο βασιλιάς και ο θεός τους, αυτό το καπιτώλιο που ήταν αιώνιο όπως και η πόλη και η πόλη αιώνια όπως και ο ιδρυτής της, προξενούσαν στους Ρωμαίους εξαιρετική εντύπωση. Ο Βρούτος, για να διατηρήσει την πατρίδα του, αποκεφάλισε τους γιούς του. Και μια τέτοια ενέργεια θα φαινόταν αφύσικη μόνο σε αδύναμα πνεύματα. Χωρίς το θάνατο των δυο προδοτών, η πατρίδα του Βρούτου θα εξέπνεε εν των γενάσθαι. Ο Valerius Publicola δεν είχε παρά να αναφέρει το όνομα της πατρίδας για να καταστήσει λαϊκότερη τη Γερουσία. Ο Menenius Agrippa, για να οδηγήσει τον κόσμο από τον Ιερό Λόφο στην καρδιά της δημοκρατίας. Η Veturia, για να αφοπλίσει το γιο της, τον Καριολάνο . Οι Manlius, Camille και Scipion, για να νικήσουν τους εχθρούς των Ρωμαίων. Οι δυο Κατώνες, για να διατηρήσουν τους νόμους και τα αρχαίο ήθη. Ο Κικέρων, για να τρομάξει τον Αντώνιο και να κεραυνοβολήσει τον Κατιλίνα. Έχει λεχθεί ότι αυτή η λέξη πατρίδα περιείχε μια μυστική αρετή, όχι για να καθιστά τους πιο δειλούς γενναίους, κατά την έκφραση του Lucien, αλλά επίσης για να γεννά ήρωες σε κάθε γενιά, για να πραγματοποιεί κάθε είδους θαύματα. Καλύτερα να πούμε ότι, στο πνεύμα αυτών των Ελλήνων και Ρωμαίων, υπήρχαν αρετές που τους καθιστούσαν ευαίσθητους στο νόημα της λέξης. Δεν αναφέρομαι σε αυτές τις μικρές αρετές που αποσπούν επαίνους σαν ανταμοιβή στις μικρής κλίμακας κοινωνίες μας. Εννοώ αυτές τις ιδιότητες του πολίτη, αυτή τη δύναμη ψυχής που μας κάνει να πραγματοποιούμε και να υπομένουμε μεγάλα έργα για το κοινό καλό. Ο Fabius χλευάστηκε, περιφρονήθηκε, προσβλήθηκε, από το συναγωνιστή του και από το στρατό του. Χωρίς να δώσει ...